Η ενδομητρίωση αποτελεί μια ιδιόμορφη κατάσταση που εμφανίζεται αρκετά συχνά στις γυναίκες.
Υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό 2-5% των γυναικών ηλικίας από 20 έως 45 ετών παρουσιάζει τα σημάδια της πάθησης αυτής, ενώ μεταξύ των γυναικών που έχουν προβλήματα γονιμότητας το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 15-25 %.
Πρόκειται για μία κατάσταση κατά την οποία παρουσιάζονται έξω από τη μήτρα εστίες ,η σύσταση των οποίων είναι ίδια με το ενδομήτριο, δηλαδή του στρώματος που φυσιολογικά καλύπτει την εσωτερική κοιλότητα της μήτρας.
Που μπορεί να εντοπιστεί
Εστίες ενδομητρίωσης μπορεί να αναπτυχθούν σε διάφορα σημεία της πυέλου ή και εκτός αυτής. Όπως στα ακόλουθα όργανα:
• Ωοθήκες: δημιουργούνται σε αυτές κύστεις , που περιέχουν ένα χαρακτηριστικό υγρό που μοιάζει με λιωμένη σοκολάτα, και οι οποίες για το λόγο αυτό ονομάζονται σοκολατοειδείς κύστεις.
• Σάλπιγγες και στα εσωτερικά τοιχώματα της πυέλου προκαλώντας συμφύσεις
• Έντερο
• Ουροδόχο κύστη
• Πάνω στα σημεία της τομής της κοιλιάς από τυχόν προηγούμενες καισαρικές τομές
• Σπανιότερα εστίες έχουν βρεθεί και σε μακρινά από την πύελο όργανα, όπως οι πνεύμονες, ο οφθαλμός και ο εγκέφαλος.
Ποια είναι η αιτία που προκαλεί την ενδομητρίωση;
Η ενδομητρίωση είναι μία οιστρογονοεξαρτώμενη πάθηση. Υπάρχουν πολλές θεωρίες σχετικές με την έκτοπη ανάπτυξη ενδομητρικού ιστού και την δημιουργία ενδομητρίωσης όμως η ακριβής αιτία παραμένει άγνωστη.
Η επικρατέστερη θεωρία ανάπτυξης ενδομητρίωσης είναι η μεταφορά κυττάρων τόσο του στρώματος όσο και των αδένων του ενδομητρίου κατά την εμμηνορρυσία. Πιο απλά το αίμα που αποβάλλεται κατά την περίοδο μεταφέρει κύτταρα του ενδομητρίου που είναι λειτουργικά και διατηρούν την ικανότητα εμφύτευσης σε έκτοπες θέσεις.
Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε ότι η ενδομητρίωση έχει σχέση με τον χαρακτήρα και τη συχνότητα των εμμηνορρυσιακών κύκλων. Όσο συχνότερες και όσο μεγαλύτερης διάρκειας περιόδους έχει η γυναίκα τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ύπαρξης ενδομητρίωσης.
Μια άλλη θεωρία ανάπτυξης ενδομητρίωσης είναι οι ανοσολογικοί παράγοντες. Σε φυσιολογικές καταστάσεις, τα κύτταρα του περιτοναϊκού υγρού αποτελούν τη πρώτη γραμμή άμυνας ενάντια στην εμφύτευση των ενδομητρικών κυττάρων που προέρχονται από το αίμα της περιόδου. Δηλαδή το ανοσοποιητικό σύστημα προστατεύει τον οργανισμό της γυναίκας και καταστρέφει τις εστίες ενδομητρίωσης. Όταν αυτό δεν συμβαίνει η γυναίκα αναπτύσσει ενδομητρίωση και με αυτό τον τρόπο εξηγείται ότι άλλες γυναίκες με τα ίδια εμμηνορρυσιακά χαρακτηριστικά δεν αναπτύσσουν.
Τέλος υπάρχει και η θεωρία ανάπτυξης ενδομητρίωσης που σχετίζεται με την κληρονομικότητα. Καθώς γυναίκες που έχουν μια συγγενή πρώτου βαθμού με ενδομητρίωση έχουν επταπλάσια πιθανότητα να αναπτύξουν ενδομητρίωση.
Συμπτώματα
Η ενδομητρίωση προκαλεί συνήθως αρκετά συμπτώματα και επιπλοκές και το συχνότερο από αυτά είναι ο πόνος.
Έτσι, οι γυναίκες που πάσχουν πονάνε, πολλές φορές αφόρητα, κατά τη σεξουαλική επαφή , έχουν πολύ επώδυνες περιόδους(δυσμηνόρροια) ενώ σε προχωρημένες καταστάσεις ο πόνος στο κάτω μέρος της κοιλιάς είναι συνεχής ή σχεδόν συνεχής επηρεάζοντας τη ζωή και τις δραστηριότητές τους. Ο πόνος μπορεί επίσης να αντανακλά στη μέση ή στα πόδια. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πόνος αρχίζει λίγες ημέρες πριν την έναρξη της περιόδου και μπορεί να συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της ενώ επιδεινώνεται συνήθως από κύκλο σε κύκλο.
Συνηθισμένες είναι και οι διαταραχές του κύκλου ,κυρίως συχνών και μεγάλη σε διάρκεια περιόδων (πέραν των 7ημερών).
Το σοβαρότερο όμως πρόβλημα των γυναικών με ενδομητρίωση φαίνεται να είναι η υπογονιμότητα, δεδομένου ότι ένα ποσοστό έως και 50% αυτών παρουσιάζει δυσκολίες στην επίτευξη εγκυμοσύνης.
Η σχέση της υπογονιμότητας με την ενδομητρίωση είναι προφανής καθώς σε εκτεταμένες ενδομητριωσικές βλάβες αλλοιώνουν την ανατομία των σαλπίγγων και των ωοθηκών.
Διάγνωση
Την διάγνωση της ενδομητρίωσης μπορεί να βοηθήσει το ιστορικό της γυναίκας ,η οποία θα περιγράφει επώδυνες περιόδους ή πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή ,και η κλινική εξέταση της γυναίκας ,κατά την οποία μπορεί να ψηλαφηθούν επώδυνα οζίδια που αντιστοιχούν σε εστίες ενδομητρίωσης. Ο υπερηχογραφικός έλεγχος των έσω γεννητικών οργάνων και η μαγνητική τομογραφία μπορούν επίσης να βοηθήσουν στη διάγνωση όμως έχουν περιορισμένη διαγνωστική αξία.
Το καρκινικό αντιγόνο Ca-125 μπορεί να βρεθεί αυξημένο στην ενδομητρίωση συνήθως με διπλάσιες ή τριπλάσιες τιμές από το φυσιολογικό και αποτελεί διαγνωστικό βοήθημα.
Τέλος, η οριστική διάγνωση της ενδομητρίωσης γίνεται με τη λαπαροσκόπηση όπου μπορούν να ελεγχθούν ακριβώς οι εστίες της ενδομητρίωσης, το είδος των εστιών ,το είδος των συμφύσεων και το ποσοστό κατάληψης των σαλπίγγων και των ωοθηκών από τις συμφύσεις.
Αντιμετώπιση
Ανάλογα με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα (ανακούφιση από τα συμπτώματα ,αντιμετώπιση της υπογονιμότητας) και την ηλικία της γυναίκας μπορεί και να επιλεγεί η απλή παρακολούθηση , η ανακουφιστική θεραπεία ,η ειδική φαρμακευτική αγωγή, η χειρουργική αντιμετώπιση ή ο συνδυασμός των δύο τελευταίων.
Αν λοιπόν από το ιστορικό και τη γυναικολογική εξέταση σε μία γυναίκα που επιθυμεί να μείνει έγκυος τεθεί η υποψία ενδομητρίωσης , το επόμενο βήμα πρέπει να είναι η εκτέλεση λαπαροσκόπησης , όπου με τη βοήθεια της κάμερας φαίνονται οι εστίες της νόσου και οι αλλοιώσεις που έχουν προκληθεί και επιβεβαιώνεται η διάγνωση. Έτσι είναι δυνατή η αφαίρεση των σοκολατοειδών κύστεων από τις ωοθήκες , η λύση των συμφύσεων για την απελευθέρωση των σαλπίγγων και η καταστροφή, συχνά με την εφαρμογή λέιζερ, των εστιών της νόσου, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Εκεί τελειώνει η επέμβαση εφόσον η γυναίκα είναι νέα και θέλει να μείνει έγκυος.
Συνήθως ακολουθεί ένα εξάμηνο φαρμακευτικής αγωγής με ειδικά φάρμακα που σταματάνε την περίοδο, δημιουργώντας μια τεχνητή εμμηνόπαυση και αποσκοπούν στην υποστροφή των εστιών της ενδομητρίωσης που έχουν απομείνει. Ακολούθως, μετά το τέλος της φαρμακευτικής αγωγής εάν η γυναίκα επιθυμεί εγκυμοσύνη ,ξεκινά αμέσως τις προσπάθειες ,ενώ αν δεν θέλει ,τίθεται υπό παρακολούθηση.
Εάν η γυναίκα επιθυμεί μόνο ανακούφιση από τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης μπορεί να επιλεγεί η χρήση αντισυλληπτικών δισκίων καθώς και αντιφλεγμονώδη παυσίπονα.
Δυστυχώς σε ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό , έως και 40% ,η ενδομητρίωση υποτροπιάζει μέσα στα επόμενα 5έτη από την αρχική θεραπεία ,οπότε ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης σχεδιάζεται και η περαιτέρω αντιμετώπιση.
Εάν η γυναίκα έχει περάσει τα 40έτη και έχει ολοκληρώσει την οικογένειά της, το ενδεχόμενο μιας ριζικότερης επέμβασης, που περιλαμβάνει και την αφαίρεση της μήτρας ,αποτελεί λογική προσέγγιση του προβλήματος.